Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

ΤΟ ΚΟΥΡΟΥΠΙ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕ ΠΩΣ ΣΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΒΑΔΙΖΕ

(παραμύθι αφιερωμένο εξαιρετικά στα στελέχη τα επενδυτικά)


Μια φορά κι έναν καιρό πλάστηκε ένα τόσο δα κουρουπάκι, που – τι πα-ράξενο- άρχισε με τα χρόνια και μεγάλωνε μέχρι που, αργά-αργά γίνηκε μεγάλο κιούπι. Και καθώς μεγάλωνε, μεγάλωνε συνάμα κι η δύναμή του, μέχρι που έφτασε και έγινε βασιλιάς στο βασίλειο της χώρας, που την έ-λεγαν Σκάλα.
Το έμαθαν οι μάγοι κι έτρεξαν να αντικρίσουν αυτό το μάγα θαύμα, το κουρούπι-βασιλιά, τα οποίο ήθελε να κάνει ό,τι κάνουν κι οι άνθρωποι.
Οι υπήκοοι του βασιλείου από τη μια έστεκαν με θαυμασμό μπροστά σε τέτοιο, δίχως προηγούμενο, κατόρθωμα, κι από την άλλη στο πίσω μέρος της καρδιάς τους άρχισαν να φοβούνται, καθώς όλοι αναρωτιόνταν πώς είναι δυνατόν ένα μικρό κουρουπάκι να έχει αυγατίσει και να έχει γενεί τόσο τρανό!
Κι ο φόβος τους αυτός μέρα τη μέρα γινόταν όλο και πιο μεγάλος, ιδίως όταν οι τελάληδες του βασιλιά έβγαιναν με το βούκινο και φώναζαν:
«Με την βοήθεια του Θεού, παπάδων, δεσποτάδων, των χωρικών, των λαϊ-κών και όλων των αφεντάδων, θα γίνομαι καθημερνής όλο και πιο μεγάλο, για να μπορώ στην μπούκα μου κόσμο πολύ να βάλω» .
……
Κι όσο το κουρούπι μεγάλωνε και μεγάλωνε και μεγάλωνε, έχοντας Θεία Χάρη, τόσο οι υπήκοοι το καμάρωναν και το καμάρωναν και το καμάρω-ναν από τη μια, μα και ο φόβος μεγάλωνε και μεγάλωνε και μεγάλωνε από την άλλη. Και κάπως έτσι έφτασε η Σκάλα να έχει το κουρούπι κα-μάρι, μα και φόβο της. Διότι τελικά το ποσό τρανό ήτανε μάλλον το χρώ-σταγε στην φοβέρα της σκιάς του, παρά στο θαύμα, το μέγα και θεόρατο Κιούπι!
Απ’ τη μεριά του το πρώην κουρουπάκι, που πρώτα έγινε κιούπι και μετά βασιλιάς, για να φαίνεται καλό στους υπηκόους του, έταζε λίρες χρυσές και παλάτια με χρυσά δωμάτια και δούλους, που θα τους υπηρετούν, φερμένους από το Μεγάλο Νησί, που βρισκόταν μακριά από την Σκάλα. Τους υποσχόταν μάλιστα και ελευθερία, με μία και μόνη προϋπόθεση: να μην διαφωνούσαν με όσα αυτό πρόσταζε.
Κι έτσι στην Σκάλα κυλούσαν όλα ήρεμα μα και μουδιασμένα, όσο το κουρουπάκι βασίλευε και οι υπήκοοι καθόντουσαν μάκαρες που πίστευαν πως μια μέρα θα πλούτιζαν θαυματουργά!
Μόνο που ανάμεσά τους υπήρχαν και κάποιοι που θεωρούσαν άχρηστες τις χρυσές λίρες, τα παλάτια και τους δούλους, γιατί ήξεραν ότι για να τις αποκτήσουν θα ερχόταν από το Μεγάλο Νησί, μαζί με τους δούλους, και μια αρρώστια που την έλεγαν καταστροφοπεριβαλλοντοτίτιδα, που θα αρ-ρώσταινε τους υπηκόους, τα δέντρα, τα ζώα, τα ψάρια και τον αγέρα.
Αποφάσισαν λοιπόν να βγάλουν και αυτοί ένα τελάλη με βούκινο να σεργιανίσει στις γειτονιές, για να πούνε στους ευτυχισμένους φοβητσιά-ρηδες να ξυπνήσουν και να δουν ότι ο βασιλιάς τους είναι τελικά ένα α-πλό κουρουπάκι, διόλου μαγεμένο, διότι ο αγγειοπλάστης κατά λάθος το έφτιαξε, αντί κουρούπι, μεγάλο κιούπι.
-«Μην τον φοβάστε, χωρικοί, είναι απλό κουρούπι
αγγειοπλάστης το ’κανε αλλά του βγήκε κιούπι.
Δούλους, παλάτια και χρυσά μάς τάζει να μας δώσει
μα η αρρώστια από το Νησί θα μας αποτελειώσει.
Όσο περνάει ο καιρός το πήλινο παλιώνει
μια ραγισμάδα μοναχά κι ο φόβος τελειώνει».
….
Οι υπήκοοι ακούγοντάς το σιγά- σιγά άρχισαν να ξεθαρρεύουν και να τους φεύγει ο φόβος. Κατάλαβαν επιτέλους ότι δεν είναι δυνατόν ένα κου-ρούπι να είναι βασιλιάς, να το πιστεύουν και να το υπηρετούν.
Όταν μάλιστα ράγισε ο φόβος και μέρα με την ημέρα έφυγε εντελώς, κα-τάλαβαν ότι είναι θα είναι πολύ καλύτερα να ζήσουν στο βασίλειο της Σκάλας, χωρίς χρυσά, δούλους και παλάτια, μα και χωρίς αρρώστια από το Μεγάλο Νησί.
….
Το αποφάσισαν και το έπραξαν. Έτσι, εντέλει, έζησαν αυτοί καλά και τα ζώα, τα λουλούδια, τα δέντρα, τα ψάρια, ο αγέρας καλύτερα.



Νίκος Μακρυνάκης
(ο αγγειοπλάστης του κουρουπιού και του κιουπιού)

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2008

Δημοτικες εκλογες 2006 Σητεια

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ

Μια φορά κι ένα καιρό…
ήταν ένα Μιχαλιό,
που έπρεπε για να αντέξει,
κουρουπάκι ή τσικαλάκι να διαλέξει.

Διάλεξε το τσικαλάκι,
για να ‘χει έτοιμο φαγάκι
και να τρώει να χορταίνει
το κουρούπι να τρελαίνει.

Θύμωσε το κουρουπάκι
και τα πήρε στο κρανάκι,
που του χάλασε η δουλειά
απ’ αυτόν τον μπαγλαμά.

Πέρασαν όμως τα χρόνια,
άλλαξαν και οι καιροί
φάνηκε κι’ άλλος να θέλει
την κουτάλα να κρατεί.

Τότε αυτός ο μπαγλαμάς
έγινε αμέσως μπουναμάς,
το κουρούπι να γεμίσει
μήπως και ξαναγυρίσει.

Μέλι - γάλα γίναν όλα
φίλοι εμείς κι αυτοί οχτροί,
προκειμένου η κουτάλα
να’ ναι πάντοτε for me (για μένα).


Η ΙΣΤΟΡΙΑ

Καιρό λοιπόν μετά τον χωρισμό κάτι «έτρωγε» το κουρουπάκι …..
«Τόσο καιρό κρατιέμαι δεν σου τηλεφωνώ
σε πολεμώ, σε πολεμώ,
η ανάγκη όμως να σε ξαναδώ όλο και φουντώνει
με τρελαίνει, με κάνει και παραμιλώ
με τελειώνει, χάνομαι.» (Νίκος Καρβέλας)

….. και σκέφτηκε .....
«Κανείς δεν ξέρει ποια η αιτία,
ποιος είναι ο λόγος που έφερε τον χωρισμό,
ας μην ζητάμε δικαιολογία,
ας καταλήξουμε στον συμβιβασμό.» (Πλούταρχος)

….. έστειλε λοιπόν μήνυμα ……
«Πάρε με στο τηλέφωνο λιγάκι να τα πούμε,
και δωσ’ μου ένα ραντεβού για να συναντηθούμε.» (Μανώλης Χιώτης)

….. στο ραντεβού …..
«Είπα να σβήσω τα παλιά
να κλείσω τα τεφτέρια
και σαν δυο φίλοι καρδιακοί
να δώσουμε τα χέρια.» (Απόστολος Καλδάρας)

….. το Μιχαλιό απαντάει …..
«Τί με κοιτάς? Τί με ρωτάς?
Ποιες αλήθειες να μάθεις ζητάς?
Παραμύθια πουλώ τις οκάς» (Μίλτος Πασχαλίδης)

….. τότε το κουρουπάκι, νευριάζει …..
«Παίζεις με τα νεύρα μου,
μετράς την αντοχή μου,
μην εξαντλείς τα όρια,
τελειώνει η υπομονή μου.» (Μιχάλης Ρακιντζής)

Χμμμ
….. σκέφτεται από μέσα του …..
«Ήταν όλοι αποφασισμένοι,
είχαν οι ρόλοι μοιραστεί,
μα κανείς δεν είχε λογαριάσει
την δική μου επιστροφή.» (Κώστας Σκανδάλης)

Χα Χα!!!
….. γελάει από μέσα του και έτσι λοιπόν …..
«Σ’ ένοιωσα μέσα μου παντού,
σαν να μην πέρασε μια μέρα,
από το ναι του χωρισμού,
σαν να μην μέρα.» (Γιώργος Δημητριάδης)

….. και δίνει την υπόσχεση …..
«Το Σάββατο που θα πάω στο παζάρι,
θα σας πάρω μια σφυρίχτρα χρυσαφιά
και έναν χάρτινο μεγάλο Χατζατζάρη
και μια Πράσινη του κήπου ζωγραφιά.»
….. αλλά …..
«Ένα μόνο θέλω εγώ για το καλό σας
να με κάνετε αρχηγό κι αφεντικό σας.» (Λ. Παπαδόπουλος – μ. Λοϊζος)

Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

….. ο κόσμος ξεσηκώνετε …..
«Ξανά? Ξανά? Ξανά?
Ξανά? Ξανά? Ξανά?» (Πράσσειν Άλογα)

….. ένας λαϊκός …..
«Δεν σε θέλω, δεν μ’ αρέσεις, άδειασε μου τη γωνιά,
φτάνει πια να κοροϊδεύεις, τράβα σ’ άλλη γειτονιά.» (Μάρκος Βαμβακάρης)

….. ένας επαγγελματίας …..
«Μέχρι εδώ, αρκετά ως εδώ,
παραπέρα δεν πάει, το κοντέρ μου μετράει,
έχω νεύρα και ‘γω
δεν μπορώ το παράβολο αυτό το πληρώνω καιρό,
και είναι λούκι χοντρό.» (Άρης Δαβαράκης)

….. ενώ ένας πιτσιρικάς …..
«Συνέχεια μου έρχεσαι από πίσω,
δεν έχω πια το σάλιο να σε φτύσω.
Πως γίνεται στον ένα παλαβιάρη εξήγησε μου
κουτόχορτο χιλιάδες να βοσκάν?» (Νικόλας Άσιμος)

…..δίκαιη απορία! Και να η εξήγηση …..
«Η ξαδέρφη μου μου είπε, πως η φίλη της η Μαρία,
έχει θείο που η κουμπάρα του δουλεύει
γραμματέας σ’ ένα υπουργείο,
θα μιλήσει λέει αυτή στον υπουργό
για ‘κείνη τη θέση που ονειρεύομαι καιρό.» (Γιάννης Σαββιδάκης)

…..στην ιστορία μας μπαίνει και ο φακελωμένος …..
«Επεμβαίνεις στη ζωή μου ασυγχώρητα
σε θέματα προσωπικά κι απόρρητα,
με ντέντεκτιβ κι υποκλοπές
με εντάλματα κι επιτροπές.» (Σταμάτης Κραουνάκης)

….. και γι’ αυτό αποφασίζει …..
«Από τα πολλά που μου ‘χεις καμωμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια,
τα σωθικά μου μου τα ‘χεις μαυρισμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια.» (παραδοσιακό Σμυρναίικο)

….. να και η αισιοδοξία …..
«Το καινούριο πράμα είναι άλλο πράγμα,
να σ’ αγκαλιάσει, να σ’ ανεβάσει μπορεί.» (Σταμάτης Κραουνάκης)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

….. η προειδοποίηση στο καινούριο πράμα …..
«ΘΑΛΑΣΣΑ Η ΣΚΕΨΗ, ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ
ΝΑ ΤΗ ΜΕΡΩΣΕΙ
ΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΗΜΟ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ
ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΡΗΜΩΣΕΙ.
ΤΟΥΤΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΒΟΡΙΑΣ ΤΟΝ ΔΕΡΝΕΙ
ΚΙ ΗΛΙΟΣ ΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΕΙ
ΚΙ Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ
ΜΑΧΑΙΡΙ ΚΑΙ ΠΟΝΕΙ.
ΒΟΗΘΑ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΝΑ ΜΗΝ ΑΓΡΙΕΨΕΙ» (Δημήτρης Αποστολάκης)

….. άντε και στις επόμενες …..
Και εις έτη πολλά!

Νίκος Ανδρ. Μακρυνάκης
myrsinis@otenet.gr

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ

Μια φορά κι ένα καιρό…
ήταν ένα Μιχαλιό,
που έπρεπε για να αντέξει,
κουρουπάκι ή τσικαλάκι να διαλέξει.

Διάλεξε το τσικαλάκι,
για να ‘χει έτοιμο φαγάκι
και να τρώει να χορταίνει
το κουρούπι να τρελαίνει.

Θύμωσε το κουρουπάκι
και τα πήρε στο κρανάκι,
που του χάλασε η δουλειά
απ’ αυτόν τον μπαγλαμά.

Πέρασαν όμως τα χρόνια,
άλλαξαν και οι καιροί
φάνηκε κι’ άλλος να θέλει
την κουτάλα να κρατεί.

Τότε αυτός ο μπαγλαμάς
έγινε αμέσως μπουναμάς,
το κουρούπι να γεμίσει
μήπως και ξαναγυρίσει.

Μέλι - γάλα γίναν όλα
φίλοι εμείς κι αυτοί οχτροί,
προκειμένου η κουτάλα
να’ ναι πάντοτε for me (για μένα).


Η ΙΣΤΟΡΙΑ

Καιρό λοιπόν μετά τον χωρισμό κάτι «έτρωγε» το κουρουπάκι …..
«Τόσο καιρό κρατιέμαι δεν σου τηλεφωνώ
σε πολεμώ, σε πολεμώ,
η ανάγκη όμως να σε ξαναδώ όλο και φουντώνει
με τρελαίνει, με κάνει και παραμιλώ
με τελειώνει, χάνομαι.» (Νίκος Καρβέλας)

….. και σκέφτηκε .....
«Κανείς δεν ξέρει ποια η αιτία,
ποιος είναι ο λόγος που έφερε τον χωρισμό,
ας μην ζητάμε δικαιολογία,
ας καταλήξουμε στον συμβιβασμό.» (Πλούταρχος)

….. έστειλε λοιπόν μήνυμα ……
«Πάρε με στο τηλέφωνο λιγάκι να τα πούμε,
και δωσ’ μου ένα ραντεβού για να συναντηθούμε.» (Μανώλης Χιώτης)

….. στο ραντεβού …..
«Είπα να σβήσω τα παλιά
να κλείσω τα τεφτέρια
και σαν δυο φίλοι καρδιακοί
να δώσουμε τα χέρια.» (Απόστολος Καλδάρας)

….. το Μιχαλιό απαντάει …..
«Τί με κοιτάς? Τί με ρωτάς?
Ποιες αλήθειες να μάθεις ζητάς?
Παραμύθια πουλώ τις οκάς» (Μίλτος Πασχαλίδης)

….. τότε το κουρουπάκι, νευριάζει …..
«Παίζεις με τα νεύρα μου,
μετράς την αντοχή μου,
μην εξαντλείς τα όρια,
τελειώνει η υπομονή μου.» (Μιχάλης Ρακιντζής)

Χμμμ
….. σκέφτεται από μέσα του …..
«Ήταν όλοι αποφασισμένοι,
είχαν οι ρόλοι μοιραστεί,
μα κανείς δεν είχε λογαριάσει
την δική μου επιστροφή.» (Κώστας Σκανδάλης)

Χα Χα!!!
….. γελάει από μέσα του και έτσι λοιπόν …..
«Σ’ ένοιωσα μέσα μου παντού,
σαν να μην πέρασε μια μέρα,
από το ναι του χωρισμού,
σαν να μην μέρα.» (Γιώργος Δημητριάδης)

….. και δίνει την υπόσχεση …..
«Το Σάββατο που θα πάω στο παζάρι,
θα σας πάρω μια σφυρίχτρα χρυσαφιά
και έναν χάρτινο μεγάλο Χατζατζάρη
και μια Πράσινη του κήπου ζωγραφιά.»
….. αλλά …..
«Ένα μόνο θέλω εγώ για το καλό σας
να με κάνετε αρχηγό κι αφεντικό σας.» (Λ. Παπαδόπουλος – μ. Λοϊζος)

Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

….. ο κόσμος ξεσηκώνετε …..
«Ξανά? Ξανά? Ξανά?
Ξανά? Ξανά? Ξανά?» (Πράσσειν Άλογα)

….. ένας λαϊκός …..
«Δεν σε θέλω, δεν μ’ αρέσεις, άδειασε μου τη γωνιά,
φτάνει πια να κοροϊδεύεις, τράβα σ’ άλλη γειτονιά.» (Μάρκος Βαμβακάρης)

….. ένας επαγγελματίας …..
«Μέχρι εδώ, αρκετά ως εδώ,
παραπέρα δεν πάει, το κοντέρ μου μετράει,
έχω νεύρα και ‘γω
δεν μπορώ το παράβολο αυτό το πληρώνω καιρό,
και είναι λούκι χοντρό.» (Άρης Δαβαράκης)

….. ενώ ένας πιτσιρικάς …..
«Συνέχεια μου έρχεσαι από πίσω,
δεν έχω πια το σάλιο να σε φτύσω.
Πως γίνεται στον ένα παλαβιάρη εξήγησε μου
κουτόχορτο χιλιάδες να βοσκάν?» (Νικόλας Άσιμος)

…..δίκαιη απορία! Και να η εξήγηση …..
«Η ξαδέρφη μου μου είπε, πως η φίλη της η Μαρία,
έχει θείο που η κουμπάρα του δουλεύει
γραμματέας σ’ ένα υπουργείο,
θα μιλήσει λέει αυτή στον υπουργό
για ‘κείνη τη θέση που ονειρεύομαι καιρό.» (Γιάννης Σαββιδάκης)

…..στην ιστορία μας μπαίνει και ο φακελωμένος …..
«Επεμβαίνεις στη ζωή μου ασυγχώρητα
σε θέματα προσωπικά κι απόρρητα,
με ντέντεκτιβ κι υποκλοπές
με εντάλματα κι επιτροπές.» (Σταμάτης Κραουνάκης)

….. και γι’ αυτό αποφασίζει …..
«Από τα πολλά που μου ‘χεις καμωμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια,
τα σωθικά μου μου τα ‘χεις μαυρισμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια.» (παραδοσιακό Σμυρναίικο)

….. να και η αισιοδοξία …..
«Το καινούριο πράμα είναι άλλο πράγμα,
να σ’ αγκαλιάσει, να σ’ ανεβάσει μπορεί.» (Σταμάτης Κραουνάκης)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

….. η προειδοποίηση στο καινούριο πράμα …..
«ΘΑΛΑΣΣΑ Η ΣΚΕΨΗ, ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ
ΝΑ ΤΗ ΜΕΡΩΣΕΙ
ΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΗΜΟ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ
ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΡΗΜΩΣΕΙ.
ΤΟΥΤΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΒΟΡΙΑΣ ΤΟΝ ΔΕΡΝΕΙ
ΚΙ ΗΛΙΟΣ ΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΕΙ
ΚΙ Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ
ΜΑΧΑΙΡΙ ΚΑΙ ΠΟΝΕΙ.
ΒΟΗΘΑ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΝΑ ΜΗΝ ΑΓΡΙΕΨΕΙ» (Δημήτρης Αποστολάκης)

….. άντε και στις επόμενες …..
Και εις έτη πολλά!

Νίκος Ανδρ. Μακρυνάκης
myrsinis@otenet.gr

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ

Μια φορά κι ένα καιρό…
ήταν ένα Μιχαλιό,
που έπρεπε για να αντέξει,
κουρουπάκι ή τσικαλάκι να διαλέξει.

Διάλεξε το τσικαλάκι,
για να ‘χει έτοιμο φαγάκι
και να τρώει να χορταίνει
το κουρούπι να τρελαίνει.

Θύμωσε το κουρουπάκι
και τα πήρε στο κρανάκι,
που του χάλασε η δουλειά
απ’ αυτόν τον μπαγλαμά.

Πέρασαν όμως τα χρόνια,
άλλαξαν και οι καιροί
φάνηκε κι’ άλλος να θέλει
την κουτάλα να κρατεί.

Τότε αυτός ο μπαγλαμάς
έγινε αμέσως μπουναμάς,
το κουρούπι να γεμίσει
μήπως και ξαναγυρίσει.

Μέλι - γάλα γίναν όλα
φίλοι εμείς κι αυτοί οχτροί,
προκειμένου η κουτάλα
να’ ναι πάντοτε for me (για μένα).


Η ΙΣΤΟΡΙΑ

Καιρό λοιπόν μετά τον χωρισμό κάτι «έτρωγε» το κουρουπάκι …..
«Τόσο καιρό κρατιέμαι δεν σου τηλεφωνώ
σε πολεμώ, σε πολεμώ,
η ανάγκη όμως να σε ξαναδώ όλο και φουντώνει
με τρελαίνει, με κάνει και παραμιλώ
με τελειώνει, χάνομαι.» (Νίκος Καρβέλας)

….. και σκέφτηκε .....
«Κανείς δεν ξέρει ποια η αιτία,
ποιος είναι ο λόγος που έφερε τον χωρισμό,
ας μην ζητάμε δικαιολογία,
ας καταλήξουμε στον συμβιβασμό.» (Πλούταρχος)

….. έστειλε λοιπόν μήνυμα ……
«Πάρε με στο τηλέφωνο λιγάκι να τα πούμε,
και δωσ’ μου ένα ραντεβού για να συναντηθούμε.» (Μανώλης Χιώτης)

….. στο ραντεβού …..
«Είπα να σβήσω τα παλιά
να κλείσω τα τεφτέρια
και σαν δυο φίλοι καρδιακοί
να δώσουμε τα χέρια.» (Απόστολος Καλδάρας)

….. το Μιχαλιό απαντάει …..
«Τί με κοιτάς? Τί με ρωτάς?
Ποιες αλήθειες να μάθεις ζητάς?
Παραμύθια πουλώ τις οκάς» (Μίλτος Πασχαλίδης)

….. τότε το κουρουπάκι, νευριάζει …..
«Παίζεις με τα νεύρα μου,
μετράς την αντοχή μου,
μην εξαντλείς τα όρια,
τελειώνει η υπομονή μου.» (Μιχάλης Ρακιντζής)

Χμμμ
….. σκέφτεται από μέσα του …..
«Ήταν όλοι αποφασισμένοι,
είχαν οι ρόλοι μοιραστεί,
μα κανείς δεν είχε λογαριάσει
την δική μου επιστροφή.» (Κώστας Σκανδάλης)

Χα Χα!!!
….. γελάει από μέσα του και έτσι λοιπόν …..
«Σ’ ένοιωσα μέσα μου παντού,
σαν να μην πέρασε μια μέρα,
από το ναι του χωρισμού,
σαν να μην μέρα.» (Γιώργος Δημητριάδης)

….. και δίνει την υπόσχεση …..
«Το Σάββατο που θα πάω στο παζάρι,
θα σας πάρω μια σφυρίχτρα χρυσαφιά
και έναν χάρτινο μεγάλο Χατζατζάρη
και μια Πράσινη του κήπου ζωγραφιά.»
….. αλλά …..
«Ένα μόνο θέλω εγώ για το καλό σας
να με κάνετε αρχηγό κι αφεντικό σας.» (Λ. Παπαδόπουλος – μ. Λοϊζος)

Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

….. ο κόσμος ξεσηκώνετε …..
«Ξανά? Ξανά? Ξανά?
Ξανά? Ξανά? Ξανά?» (Πράσσειν Άλογα)

….. ένας λαϊκός …..
«Δεν σε θέλω, δεν μ’ αρέσεις, άδειασε μου τη γωνιά,
φτάνει πια να κοροϊδεύεις, τράβα σ’ άλλη γειτονιά.» (Μάρκος Βαμβακάρης)

….. ένας επαγγελματίας …..
«Μέχρι εδώ, αρκετά ως εδώ,
παραπέρα δεν πάει, το κοντέρ μου μετράει,
έχω νεύρα και ‘γω
δεν μπορώ το παράβολο αυτό το πληρώνω καιρό,
και είναι λούκι χοντρό.» (Άρης Δαβαράκης)

….. ενώ ένας πιτσιρικάς …..
«Συνέχεια μου έρχεσαι από πίσω,
δεν έχω πια το σάλιο να σε φτύσω.
Πως γίνεται στον ένα παλαβιάρη εξήγησε μου
κουτόχορτο χιλιάδες να βοσκάν?» (Νικόλας Άσιμος)

…..δίκαιη απορία! Και να η εξήγηση …..
«Η ξαδέρφη μου μου είπε, πως η φίλη της η Μαρία,
έχει θείο που η κουμπάρα του δουλεύει
γραμματέας σ’ ένα υπουργείο,
θα μιλήσει λέει αυτή στον υπουργό
για ‘κείνη τη θέση που ονειρεύομαι καιρό.» (Γιάννης Σαββιδάκης)

…..στην ιστορία μας μπαίνει και ο φακελωμένος …..
«Επεμβαίνεις στη ζωή μου ασυγχώρητα
σε θέματα προσωπικά κι απόρρητα,
με ντέντεκτιβ κι υποκλοπές
με εντάλματα κι επιτροπές.» (Σταμάτης Κραουνάκης)

….. και γι’ αυτό αποφασίζει …..
«Από τα πολλά που μου ‘χεις καμωμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια,
τα σωθικά μου μου τα ‘χεις μαυρισμένα
δε σε θέλω πια, δε σε θέλω πια.» (παραδοσιακό Σμυρναίικο)

….. να και η αισιοδοξία …..
«Το καινούριο πράμα είναι άλλο πράγμα,
να σ’ αγκαλιάσει, να σ’ ανεβάσει μπορεί.» (Σταμάτης Κραουνάκης)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

….. η προειδοποίηση στο καινούριο πράμα …..
«ΘΑΛΑΣΣΑ Η ΣΚΕΨΗ, ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ
ΝΑ ΤΗ ΜΕΡΩΣΕΙ
ΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΗΜΟ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ
ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΡΗΜΩΣΕΙ.
ΤΟΥΤΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΒΟΡΙΑΣ ΤΟΝ ΔΕΡΝΕΙ
ΚΙ ΗΛΙΟΣ ΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΕΙ
ΚΙ Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ
ΜΑΧΑΙΡΙ ΚΑΙ ΠΟΝΕΙ.
ΒΟΗΘΑ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΝΑ ΜΗΝ ΑΓΡΙΕΨΕΙ» (Δημήτρης Αποστολάκης)

….. άντε και στις επόμενες …..
Και εις έτη πολλά!

Νίκος Ανδρ. Μακρυνάκης
myrsinis@otenet.gr

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2008

Το κουρούπι που νομίζει......

ΤΟ ΚΟΥΡΟΥΠΙ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙ
ΠΩΣ ΣΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΒΑΔΙΖΕΙ

Μια ιστορία θα σας πω
για’να μικρό κουρούπι
που με τα χρόνια έγινε
ένα μεγάλο κιούπι

Και επειδή τα πήλινα
ανάπτυξη δεν έχουν
για τούτο το κουρούπι μας
όλοι οι μάγοι τρέχουν

Ειν’απορίας άξιον
κι’όλοι αναρωτιούνται
πως το κουρούπι αυγάτισε
κι’όλοι το φοβούνται

<< Με την βοήθεια του Θεού
παπάδων δεσποτάδων
των χωρικών των λαϊκών
κι’’ολων των αφεντάδων
θα γίνομαι καθημερνής
όλο και πιο μεγάλο
για να μπορώ στην μπούκα μου
κόσμο πολύ να βάλω>>

Και έτσι εμαγάλωνε
αφού’χε Θεία Χάρη
ήταν κουρούπι μαγικό
της Σκάλας το καμάρι

Μα φόβος επικράτησε
σ’όλους τους περιοίκους
που δεν εθέλανε πουγγιά
λύρες χρυσές και Οίκους

Μην το φοβάστε χωρικοί
είναι απλό κουρούπι
αγγειοπλάστης το’κανε
αλλά του βγήκε κιούπι

Και επειδή τα πήλινα
ανάπτυξη δεν έχουν
την ραγισμάδα στον πηλό
πρέπει να την προσέχουν

Νίκος Μακρυνάκης (Ο Αγγειοπλάστης)
Αφιερωμένο εξαιρετικά
στα στελέχη τα επενδυτικά